Κυριακή

 

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ


στις εξοχές του νού


Εγκαίνια : Τρίτη 8 Οκτωβρίου


Διάρκεια έως 9 Νοεμβρίου 2019

 
Πληροφορίες

Διαδρομές αυτογνωσίας


Με ελκυστικό τρόπο για το βλέμμα, ονειρική ατμόσφαιρα και κατά βάσηρεαλιστική γραφή – η οποία έχει μάλιστα επιδέξια ενσωματωμένα αρκετάαφαιρετικά χαρακτηριστικά, (που επιτείνουν το κλίμα μιας διάχυτα μεταφυσικής υποψίας) - η Κυριακή (Χαραλαμπίδου) διαμορφώνει καθένα από τα έργα της, με εντυπωσιακή εντελέχεια. Πρόκειται για το είδος της εντελέχειας που θα μπορούσε να έχει ένα ποίημα. Ένα ποίημα, με υπόγειες αντιστίξεις και μέτρα, με ρυθμό,μουσικότητα κι αρμονία που τίποτε δεν προδικάζει την μετάπραξη όσων εικονιστικά (και φαινομενικά προφανώς) δηλώνει, περιλαμβάνοντας επίσης στο ενεργητικό του πολυκύμαντες σιωπές και σημεία στίξης, με ανεκδήλωτες κυρίως τις φευγαλέες του αλήθειες και τις πιθανές του, κάθε στιγμή, ανατροπές. Ο ρεαλισμός, μέσα από το γενικότερο κλίμα στα έργα αυτά, αλλά και μέσα από τασυγκινησιακά φορτία που στην προκειμένη περίπτωση μεταφέρει στο βλέμμα του θεατή, μετριάζεται χάνοντας την αυτοτέλεια των βεβαιοτήτων με τις οποίες συνήθως μας πιστώνει, καθώς φιλτράρεται από μια ηθελημένη αθωότητα. Μια αθωότητα, που η ζωγράφος την δανείζεται από την παιδική ματιά. Κι έτσι, παρ’όλη την αληθοφανή του ευκρίνεια, ο ρεαλισμός εδώ, μαγεύοντας όσα υποδεικνύει και ταυτοχρόνως απομαγεύοντάς τα, χρησιμοποιείται για να αναδείξει όχι τα τεκταινόμενα, αλλά τους συνειρμούς που γεννά το σύμπλοκο συνείδησης και υποσυνειδήτου, μνήμης κι αισθήσεων, καθώς όλα συνυπάρχουν απροκαθόριστα μετουσιωμένα, στην εικονοπλασία. Η Κυριακή, αξιοποιώντας την «αφηγηματική» μυθοπλοκή, διαμορφώνει στα έργατης όχι την ασφάλεια της παρουσίας όσων παριστάνει, αλλά ζωτικής φύσης αινίγματα και μέσα από αυτά υπαρξιακά ερωτήματα, που αφορούν τον «εαυτό» μας και την ετερότητα, όπως επίσης το «εγώ» σε σχέση με τα διλήμματα ή τις «απορίες» που εμπεριέχονται στο δίπολο ζωής και θανάτου, νεότητας και φθοράς, συμπτωματολογίας κι αναπάντεχων, προσδοκιών κι ελπίδας, αλλά και παράδοξων εν τω μεταξύ ανατροπών. Ανάμεσα στην μονάδα και στην πολλαπλότητα, στην παρουσία και στην ουτοπία,στο εφήμερο και στην επαναληπτικότητα, στο «γεγονός» επίσης της σχεδόν θεατρικής παραστατικότητας και στην ψευδαίσθηση του ορατού, η φευγαλέα αίσθηση που υποδόρια διαπερνά τον θεατή, αναφορικά με όσα βλέπει, μετατρέπεται στα έργα της Κυριακής σε μια υπόθεση θα λέγαμε εργασίας για τον στοχασμό, καθώς αλληγορίες και συμβολισμοί διαπλέκονται μέσα από τα δέντρακαι στο δάσος της ζωής.


Κάθε έργο της Κυριακής είναι ένα είδος εικονιστικού σεναρίου, που αναπτύσσεται όχι χρονικά, αλλά με εμβληματικό τρόπο σε ένα ενιαίο πεδίο «αφήγησης», κάτω από έναν ανέφελο – υποτίθεται – ουρανό. Μέσα από τις «πλοκές» και τις «πλεκτάνες» θύτη και θύματος, φανερώνεται στο βάθος, σαν μια ανεπίληπτη πράξη, η ανείπωτη μοναξιά και τραγικότητα της ζωής. Πίσω από τον λυρισμό και την ευφροσύνη, τις αναιρέσεις αλλά και τις καθαιρέσεις κάθε ασφαλιστικής δικλείδας, ο θεατής έρχεται σε επαφή με υπαρξιακές ευθύνες και οριακές ισορροπίες, με τραύματα και θαύματα, με ρήξεις κι αναιρέσεις, με υπερβάσεις κι αναγωγές που αφορούν τις σχέσεις λογισμού κι ονείρου, αρχετύπων κι ενδεχομένων της ζωής, καθώς επίσης σκέψεων και δράσεων, αμφισβητήσεων κιαποφάσεων, αμφιβολιών και καταφάσεων. Έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στα έργα της Κυριακής, ένα κορίτσι ανάμεσα στα όρια παιδικότητας κι εφηβείας, το συναντούμε συχνά, το ίδιο αυτό πλάσμα σε παραλλαγές. Μήπως έρχεται εκείνο άραγε να μας συναντήσει, μέσα από τις στάσεις και τα αντικρίσματά του, μέσα από τις θέσεις ή τις «προθέσεις» και τις κινήσεις του; Το κορίτσι αυτό βρίσκεται συνήθως σε σχέση και συγχρωτισμό με τα στοιχεία του τοπίου, που τα κυοφορεί και τα γεννά όπου κι αν βρίσκεται ως παρουσία, ενώ παράλληλα εκείνα τα στοιχεία υφολογικά το πλαισιώνουν αυτό το παιδί και νοηματικά το περιβάλλουν, αφενός ως φύση της «εξωτερικής» και της«ενδογενούς» πλάσης που αφορά την οπτική θέαση και τον ειρμό της εικονιστικήςαφήγησης, αφετέρου της ανθρωποκεντρικής και ψυχοδυναμικά αποκαλυπτικήςενδοχώρας αυτού του πλάσματος, ντυμένου συνήθως στα λευκά. Άλλοτε πάλι, ημορφή αυτή αποκαλύπτεται ως στιγμιαίο επεισόδιο, μέσα από τις χρωματικέςσκιές, τις ηχητικά μουσικές σχεδόν διατονικότητες και τις φωταύγειές του. Είτεστέκει, γονατίζει ή ίπταται, σκηνογραφεί και την ίδια ώρα σκηνοθετεί την παρουσίαή οπτασία του, καθώς μεταμορφώνεται σε μια πυξίδα, κάποτε άλλοτε σε έναννοερό δείκτη αγωγής του βλέμματος. Του δικού μας εντέλει βλέμματος, γιατί αυτόαντικατοπτρίζει.Το κορίτσι αυτό, με οικεία όψη και την ίδια στιγμή αταύτιστη, μετατρέπεται σεέναν λαβύρινθο διαδρομών κι επανακάμψεων, διαπορθμεύσεων κι αδιεξόδων,επιθυμιών και απειλών, «αναπνέοντας» θαρρείς υπαρξιακά, ανάμεσα σε φόβουςκαι λαχτάρες, αναθεωρήσεις και τολμήματα, δισταγμούς κι επιφυλάξεις, άλματα καιμετέωρα βήματα, όλα γνώριμες αλλά κι άγνωστες πορείες της δικής μαςαυτογνωσίας. Από αυτή την άποψη, η φύση μετατρέπεται σε σύστοιχο αντικείμενοτου «εαυτού». Ορίζει και ορίζεται δηλαδή από την μορφή. Την περιλαμβάνει και«δραματουργικά» περιλαμβάνεται μέσα σε αυτήν, διατυπώνοντας μέσα από τααινιγματικά, αλλά και ομιλητικά της αποσιωπητικά, μια παντομίμα πράξεωνεμφανών κι αδιαφανών, που περιμένουν από τους θεατές την νοηματοδοσία τους.
Ο χρόνος και ο χώρος, σε αυτά τα έργα της Κυριακής, λειτουργούν όπως στουςπαροιμιόμυθους. Ένα κόκκινο νήμα που τυλίγεται σε κουβάρι ή ξετυλίγεται,διαμορφώνει άλλοτε συγκερασμό και πότε ανάπτυγμα της χωροχρονικήςσυνιστώσας του κάθε θέματος. Διαμορφώνει επίσης κι ένα είδος ιστού,αποτελούμενου από σχέσεις και συναρτήσεις, όπως παρουσιαζόταν και συμβόλιζεστην μυθολογία μας ο ιστός της Αράχνης ή το υφαντό στον αργαλειό τηςΠηνελόπης, που περίμενε τον Οδυσσέα, πλέκοντας τον πραγματικό με τονφανταστικό χρόνο και τόπο. Μέσα από την πλοκή, που επιχειρεί στα εικαστικά τηςέργα η ζωγράφος, συνδέει κι εντέλει μετουσιώνει σε μια διελκυστίνδα, το «εγώ» μετο «εμεις», τα θέματα και τους τρόπους εμφάνισής τους, ανάλογα με ταεικονοσύμβολα της προσωπικής της ποιητικά εκφραστικής γλώσσας, που ηΚυριακή ελεγειακά την χρησιμοποιεί. Μια γλώσσα ρεαλιστικά ευδόκιμη κιαινιγματικά αλληγορική, με ενσωματωμένη στα ύφαλά της την χαρά και την οδύνητης αυτεπιστασίας, αλλά και της επίγνωσης εντέλει, που ωστόσο ανεπίληπταεπεκτείνεται στην ζωγραφική της, συνδέοντας επιπλέον – και μέσα από μια ποικιλίαεναλλαγών - τα πρωθύστερα με τα παρεπόμενα, καθώς και τα ορατά με τα αθέατατης ζωής.

Αθηνά Σχινά

Ιστορικός Τέχνης & Θεωρίας του Πολιτισμού (Ε.Κ.Π.Α.)

 

Η έκθεση πραγματοποιείται με την ευγενική υποστήριξη της εταιρείας Μασούτης.

 

Photo Gallery

Χρησιμοποιείστε τα βελάκια για να δείτε μερικές φωτογραφίες της έκθεσης.